Το Αλεξανδρινό Κουαρτέτο του Ανδρέα Γεωργιάδη  

Φανή-Μαρία Τσιγκάκου

Αλεξάνδρεια. Χώματα ιερά με όλη την προϊστορική τους ακεραιότητα. Πριγκίπισσα και πόρνη. Αυτή είναι η Αλεξάνδρεια του Laurence Durrell (1912-1990), συναρπαστική πολιτεία, όπου περιφέρονται οι μοιραίοι ήρωες του Κουαρτέτου. Η τετραλογία με τον τίτλο Tο Αλεξανδρινό Κουαρτέτο (The Alexandria Quartet) που κυκλοφόρησε στα 1957-1960, θεωρείται ένα εμβληματικό λογοτεχνικό έργο και ένα αριστούργημα ποιητικής πρόζας.

Ήταν γενναία η πρόθεση του ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη να μετουσιώσει με την τέχνη του, «με τα υγρά μελάνια του», το βιβλίο που ο ίδιος αποκαλεί «Το βιβλίο της ζωής του». Να αποτίσει, δηλαδή φόρο τιμής στην Αλεξάνδρεια του Durrell, όταν «το σούρουπο τη μεταμορφώνει σε μια μωβ ζούγκλα», είτε «καθώς πέφτει η νύχτα ανάβουν τα χίλια καντηλέρια των πάρκων και των κτιρίων της, ενώ οι φοίνικες παντρεύονται με τους μιναρέδες», είτε όταν «η λεπτή σκόνη από το χαμσίνι σκορπάει παντού αντικαθρεφτίσματα λεηλατώντας τη σκηνογραφία του τοπίου».

Διόλου εύκολη υπόθεση. Διότι οι εικόνες που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος, οι οποίες προέκυψαν, φυσικά από αλληλουχίες μεταστοιχειώσεων και συναρτήσεων φορτισμένων από τις προσωπικές του διαδρομές, αποτυπώνουν την προσωπική του προσέγγιση και συνακόλουθα επικαλούνται μια νέα ανάγνωση των λογοτεχνικών αναφορών που υποδηλώνονται στους τίτλους που τις συνοδεύουν. Ωστόσο, η ζωγραφική του Ανδρέα Γεωργιάδη, αν και παραστατική στη διατύπωση, δεν είναι αφηγηματική. Ο ρεαλισμός του δεν εικονογραφεί τις σελίδες του αναγνώσματος, αλλά υπαινίσσεται την ατμόσφαιρα και τις αθέατες ιστορίες που στοιχειώνουν τους γνώριμους ήρωες, τα σπίτια, τα πολυτελή ξενοδοχεία, του δρόμους και το τοπίο. Επιπλέον, οι εικόνες που αναδύονται από τα μελάνια του ζωγράφου είναι διαποτισμένες με στοιχεία λυρισμού και νοσταλγίας, ενώ παράλληλα εμφορούνται από ένα βαθύτερο περιεχόμενο που προσκαλεί τον θεατή σε μία άμεση ιδιωτική συνομιλία. Θεωρώ, λοιπόν, ότι η πρόθεση του ζωγράφου δικαιώθηκε, διότι προσέδωσε στα έργα μία αυτόνομη, προσωπική ζωή που υπερβαίνει το λογοτεχνικό ερέθισμα.

Όταν το 1965, ο εκδοτικός οίκος Ίκαρος εξέδωσε τα Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη –μαζί με τη σειρά συνθέσεων που είχε φιλοτεχνήσει ο Γιάννης Μόραλης– ο ποιητής σχολίασε: Σπάνια μου πέτυχαν τα ζευγαρώματα των τεχνών. Ήταν πάντα για μένα κάτι σαν δυο άλογα ζεμένα στο ίδιο αμάξι που ξαφνικά τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι άκουσα με δισταγμό την ιδέα του Ικάρου να ζητήσει από το Γιάννη Μόραλη να εικονογραφήσει τα ποιήματα μου. Ωστόσο όταν, ύστερα από αρκετούς μήνες, ο Μόραλης μου έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα πως μπορεί κάποτε να μην υπάρχει διόλου αμάξι, παρά μόνο δυό ελεύθερα άλογα καλπάζοντας ανεξάρτητα σ’ ένα πράσινο λιβάδι.

Εύχομαι, το άλογο του Ανδρέα Γεωργιάδη να μεταμορφωθεί σε έναν Πήγασο που θα οδηγεί τον αναβάτη του σε ολοένα «υψηλότερες» διαδρομές.

Copyright © 2020 Andreas Georgiadis